- σπασμωδικότητα
- ηιδιότητα του σπασμωδικού.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.
σπασμωδικότητα — η, Ν η ιδιότητα τού σπασμωδικού. [ΕΤΥΜΟΛ. < σπασμωδικός. Η λ., στον λόγιο τ. σπασμωδικότης, μαρτυρείται από το 1893 στην εφημερίδα Άστυ] … Dictionary of Greek
νευρικότητα — η 1. η ιδιότητα τού νευρικού, το ευερέθιστο, η οξυθυμία 2. έλλειψη ψυχραιμίας, σπασμωδικότητα, ατομική ή ομαδική ανησυχία για κάποια ενέργεια (α. «νευρικότητα κινήσεων» β. «η ανακοίνωση προκάλεσε νευρικότητα»). [ΕΤΥΜΟΛ. < νευρικός. Η λ., στον… … Dictionary of Greek
Ανδρούτσος, Οδυσσέας — (Ιθάκη 1790 – Αθήνα 1825). Αγωνιστής του 1821. Ήταν επτά ετών όταν θανατώθηκε o πατέρας του, ο γνωστός αρματολός Ανδρέας Βερούσης, που ήταν γνωστός με το προσωνύμιο Ανδρούτσος (βλ. λ.). Πολύ νωρίς κατατάχθηκε στο ναυτικό, ώσπου τον συνάντησε ο… … Dictionary of Greek